Στη Θεσσαλία την αποκαλούν βουρβούρα, ταρτάρα και μυγάκι, στην Μακεδονία
φούρλα, στην Πελοπόννησο τρελιάγκα, στην Αιτωλοακαρνανία κορκότζηλο. Ο
λόγος για τη σβούρα. Στα σχήματα και τις μορφές του χαμένου αυτού
παιχνιδιού πειραματίζεται ο Κώστας Μουγγολιάς, ένας από τους τελευταίους
έλληνες σβουροποιούς.
Της Κατερίνας Κοντίνη
Στο εργαστήριό του στη Νέα Φιλαδέλφεια, το οποίο δημιουργήθηκε το 1999, βρίσκει κανείς εκατοντάδες σβούρες. «Ο κόσμος τις αγοράζει κυρίως για συλλογή, για διακόσμηση στο σπίτι, για βαφτίσεις ή για δώρο. Η σβούρα έχει χρησιμοποιηθεί πολύ και ως επιχειρηματικό δώρο, τόσο στο εξωτερικό, όσο και στην Ελλάδα, καθώς συμβολίζει την τέλεια κίνηση, την ακρίβεια», αναφέρει ο Κ. Μουγγολιάς.
Η χρυσή εποχή της σβούρας στην Ελλάδα ήταν οι δεκαετίες του ’50 και του ’60, ενώ από τη δεκαετία του ’70 και μετά, αρχίζει να εξαφανίζεται σταδιακά ως παιχνίδι ατομικό ή ομαδικό.
Στο εργαστήριό του στη Νέα Φιλαδέλφεια, το οποίο δημιουργήθηκε το 1999, βρίσκει κανείς εκατοντάδες σβούρες. «Ο κόσμος τις αγοράζει κυρίως για συλλογή, για διακόσμηση στο σπίτι, για βαφτίσεις ή για δώρο. Η σβούρα έχει χρησιμοποιηθεί πολύ και ως επιχειρηματικό δώρο, τόσο στο εξωτερικό, όσο και στην Ελλάδα, καθώς συμβολίζει την τέλεια κίνηση, την ακρίβεια», αναφέρει ο Κ. Μουγγολιάς.
Η χρυσή εποχή της σβούρας στην Ελλάδα ήταν οι δεκαετίες του ’50 και του ’60, ενώ από τη δεκαετία του ’70 και μετά, αρχίζει να εξαφανίζεται σταδιακά ως παιχνίδι ατομικό ή ομαδικό.